Выбор основного перевода
Открыть комментарий или сравнить с другим переводом
Выбор книги основного перевода
1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16
Параллельные места
Και ότε ο Ιησούς, είδε πολύν όχλον και εσπλαγχνίσθη δι' αυτούς και εθεράπευσε τους αρρώστους αυτών. Ότε δε έγεινεν εσπέρα, προσήλθον προς αυτόν οι μαθηταί αυτού, λέγοντες· Έρημος είναι ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν· απόλυσον τους όχλους, διά να υπάγωσιν εις τας κώμας και αγοράσωσιν εις εαυτούς τροφάς. Ο δε Ιησούς είπε προς αυτούς· Δεν έχουσι χρείαν να υπάγωσι· δότε εις αυτούς σεις να φάγωσιν. Οι δε λέγουσι προς αυτόν· Δεν έχομεν εδώ ειμή πέντε άρτους και δύο οψάρια. Ο δε είπε· Φέρετέ μοι αυτά εδώ. Και προστάξας τους όχλους να καθήσωσιν επί τα χόρτα, και λαβών τους πέντε άρτους και τα δύο οψάρια, αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε, και κόψας έδωκεν εις τους μαθητάς τους άρτους, οι δε μαθηταί εις τους όχλους. Και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν, και εσήκωσαν το περίσσευμα των κλασμάτων, δώδεκα κοφίνους πλήρεις. οι δε τρώγοντες ήσαν έως πεντακισχίλιοι άνδρες, εκτός γυναικών και παιδίων. Και επειδή είχεν ήδη παρέλθει ώρα πολλή, προσελθόντες προς αυτόν οι μαθηταί αυτού, λέγουσιν ότι έρημος είναι ο τόπος και παρήλθεν ήδη πολλή ώρα· απόλυσον αυτούς, διά να υπάγωσιν εις τους πέριξ αγρούς και κώμας και αγοράσωσιν εις εαυτούς άρτους· διότι δεν έχουσι τι να φάγωσιν. Ο δε αποκριθείς είπε προς αυτούς· Δότε σεις εις αυτούς να φάγωσι. Και λέγουσι προς αυτόν· Να υπάγωμεν να αγοράσωμεν διακοσίων δηναρίων άρτους και να δώσωμεν εις αυτούς να φάγωσιν; Ο δε λέγει προς αυτούς· Πόσους άρτους έχετε; υπάγετε και ίδετε. Και αφού είδον, λέγουσι· Πέντε, και δύο οψάρια. Και προσέταξεν αυτούς να καθίσωσι πάντας επί του χλωρού χόρτου συμπόσια συμπόσια. Και εκάθησαν πρασιαί ανά εκατόν και ανά πεντήκοντα. Και λαβών τους πέντε άρτους και τα δύο οψάρια, αναβλέψας εις τον ουρανόν ηυλόγησε και κατέκοψε τους άρτους και έδιδεν εις τους μαθητάς αυτού διά να βάλωσιν έμπροσθεν αυτών, και τα δύο οψάρια εμοίρασεν εις πάντας. Και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν. Και εσήκωσαν από των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις και από των οψαρίων. Ήσαν δε οι φαγόντες τους άρτους έως πεντακισχίλιοι άνδρες. Η δε ημέρα ήρχισε να κλίνη· και προσελθόντες οι δώδεκα, είπον προς αυτόν· Απόλυσον τον όχλον, διά να υπάγωσιν εις τας πέριξ κώμας και τους αγρούς και να καταλύσωσι και να εύρωσι τροφάς, διότι εδώ είμεθα εν ερήμω τόπω. Και είπε προς αυτούς· Δότε σεις εις αυτούς να φάγωσιν. Οι δε είπον· Ημείς δεν έχομεν πλειότερον παρά πέντε άρτους και δύο ιχθύας, εκτός εάν υπάγωμεν ημείς και αγοράσωμεν τροφάς δι' όλον τον λαόν τούτον· διότι ήσαν ως πεντακισχίλιοι άνδρες· και είπε προς τους μαθητάς αυτού· Καθίσατε αυτούς κατά αθροίσματα ανά πεντήκοντα. Και έπραξαν ούτω, και εκάθησαν άπαντας. Λαβών δε τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας, ανέβλεψεν εις τον ουρανόν και ευλόγησεν αυτούς και κατέκοψε, και έδιδεν εις τους μαθητάς διά να βάλλωσιν έμπροσθεν του όχλου. Και έφαγον και εχορτάσθησαν πάντες, και εσηκώθη το περισσεύσαν εις αυτούς εκ των κλασμάτων δώδεκα κοφίνια.
Выбор основного перевода